Μέσα στο βαρύ της τυραννίας κλίμα, είναι κέντρο γραμμάτων και παιδείας, εκπαιδεύοντας ιερείς και δάσκαλους, δρώντας ανασταλτικά στον οδοστρωτήρα του εκτουρκισμού και στην απώλεια της εθνικής ταυτότητας και συνείδησης, ανατρέποντας το ηθικό των Ελλήνων με την ιδέα της εθνικής ανεξαρτησίας και της θρησκευτικής ελευθερίας. Ήρθαν όμως και τραγικές μέρες που τίποτε δεν μπορούσε να ματαιώσει τον ξεριζωμό που επιβλήθηκε, με τη συνθήκη της Λωζάνης. Κανέναν από τους τότε ισχυρούς της γης δεν συγκίνησε ο θρήνος, τα μαρτύρια και το ξεσπίτωμα ενός λαού που υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τις προγονικές του εστίες θύμα μιας ανίερης εμπορικής ανταλλαγής.
Με τον ξεριζωμό το εικόνισμα της Παναγίας θάφτηκε από τους τελευταίους μοναχούς στα αγιασμένα χώματα της. Δέκα χρόνια θαμμένη χωρίς προσκυνητέςπερίμενε την απελευθέρωση της. Η απεριόριστη αγάπη τον ξεριζωμένων στη Σουμελιωτησσα, η αθεράπευτη νοσταλγία τους για τις αξέχαστες πατρίδες θεριεύει την ελπίδα της απελευθέρωσης της που πρόβαλε σαν ένα επιτακτικό καθήκον στο νου και τη συνείδηση δύο εκλεκτών τέκνων του Πόντου, τον μητροπολίτη Ξάνθης Πολύκαρπου Ψωμιάδη και του υπουργού Λεωνίδα Ιασωνίδη οι οποίοι ζήτησαν τη μεσολάβηση του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου για την απελευθέρωση της εικόνας. Μετά την έγκριση του αιτήματος από τον Τούρκο πρωθυπουργό Ισμέτ Ινονού, πήγε στον Πόντο ο αρχιμανδρίτης Αμβρόσιος από τους τελευταίους μοναχούς της μονής και ύστερα από αγωνιώδεις προσπάθειες βρήκε την εικόνα, τον πολύτιμο σταυρό με το τίμιο ξύλο που είχε δωρίσει στο μοναστήρι ο αυτοκράτορας της Τραπεζούντας Εμμανουήλ Γ΄ο μέγας Κομνηνός και το χειρόγραφο Ευαγγέλιο του οσίου Χριστόφορου που είχαν ενταφιαστεί μαζί με την εικόνα, τα μετέφερε στην Αθήνα και τα παρέδωσε στον μητροπολίτη Τραπεζούντας και κατοπινό αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρύσανθο Φιλιππίδη, όπου εκείνος το εναπόθεσε προσωρινά στο βυζαντινό μουσείο Αθηνών.
Από εδώ και ύστερα μια άλλη ιστορία γράφεται στον ελλαδικό χώρο.